
Ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου Π.Φαλήρου (Παναγίτσα) – αρχιτεκτονικό έργο του Γ. Νομικού – συνδυάζει αρμονικά τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του Βυζαντινού ρυθμού, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος νιώθει τον ουρανό να κατέρχεται στη γη και ο ναός να μεταμορφώνει γη και ουρανό σε «καινή κτίση».
Είναι αμφίστυλος εξωτερικά και υψιρεφής, με εξέχουσα και περικαλλή την πλευρά της κυρίας εισόδου, στην οποία δεσπόζουν στο ύψος της οροφής και στα δυο της άκρα ισάριθμοι παράλληλοι τρουλίσκοι με κεραμική διακόσμηση, που προβάλλουν τον κεντρικό τρούλο και μαζί τα υπερυψωμένα περίτεχνα προπύλαια, στα οποία σχηματίζεται εντυπωσιακό τρίβηλο με 4 κομψούς κίονες.
Το μέγεθος του Ιερού Ναού (μήκος 46 μ., πλάτος 18μ., ύψος 21 μ.), τα αρχιτεκτονικά του μέλη, τα ευάριθμα (105) πολύχρωμα και ευμεγέθη παράθυρα, ο διάκοσμος, η αγιογραφική του ιστόρηση εξασφαλίζουν τις άγιες προϋποθέσεις για προσευχή και κατάνυξη.
Ο αρχιτέκτονας προέβλεψε επίσης ιερό εξομολογητήριο – παρεκκλήσιο, αφιερωμένο στον ιερομάρτυρα άγιο Χαράλαμπο, ιστορημένο με τον χρωστήρα και την ιδιαίτερη δεξιότητα του διακεκριμένου αγιογράφου και ζωγράφου Κ. Αρτέμη. Υπάρχουν όμως και άλλοι χώροι, ανάμεσα στους οποίους ξεχωρίζει η μεγάλη αίθουσα (400μ2) εκδηλώσεων, η χριστιανική βιβλιοθήκη και η Εστία υπερηλίκων. Την επίβλεψη των εργασιών, εκτός από τον αρχιτέκτονα Γ. Νομικό, είχε, και αργότερα, (Σεπ. ’63) και ο πολιτικός μηχανικός και καθηγητής του Ε.Μ.Π. Κωνσταντίνος Αμπακούμκιν.
Στο οικοδομικό τετράγωνο, που ορίζεται από τις οδούς Τρίτωνος – Αλκυόνης και Πλούτωνος – Ζαϊμη, στη θέση του πρώτου ξύλινου Ναού, που κάηκε το 1969, ανάμεσα σε πολυόροφες οικοδομές, αλλά σε ωραίο φυσικό περιβάλλον, χτίστηκε με τις χορηγίες του φιλοχρήστου λαού του Π. Φαλήρου ο πρώτος γραφικός Ναϊσκος το 1972. Η “ΜΙΚΡΗ ΠΑΝΑΓΙΤΣΑ” κτίστηκε σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά σχέδια και τις τεχνικές προτάσεις του Πολιτικού Μηχανικού Βασ. Πολιτάκου και των συνεργατών του σε μικρό χρονικό διάστημα. Δεν έχει ακόμα αγιογραφηθεί, ωστόσο η τιμή που αποδίδεται από τους ενορίτες στο Ιερό Παρεκκλήσιο και η αγάπη είναι εκδηλώσεις προφανείς. Με δική τους πρωτοβουλία, συχνά, τελείται η θεία Λειτουργία και το ιερό Απόδειπνο σε ιδιαίτερα κατανυκτική ατμόσφαιρα.
Σε μια νύχτα, θυμούνται οι γεροντότεροι, σε οικόπεδο που ανήκε στο Υπουργείο Πρόνοιας, προοριζόμενο για την εγκατάσταση προσφύγων, ανυψώθηκε ο γραφικός ναΐσκος, της «Παναγίτσας». Ο Ναός αυτός, στα πρακτικά ονομαζόμενος και «ξύλινο παράπηγμα», καταστράφηκε από πυρκαϊά τον Ιανουάριο του 1969 – η ανοικοδόμησή του έγινε το 1972 – και στη θέση του τότε το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο έκτισε το σημερινό γραφικό παρεκκλήσιο στη συμβολή των οδών Πλούτωνος και Λευκωσίας. Στις 30 Μαρτίου 1931 με προεδρικό διάταγμα αναγνωρίστηκε ως ενοριακός.
Πολλά χρόνια πριν την καταστροφή του, το έτος 1941, η αύξηση του πληθυσμού της περιοχής, οι διαμορφούμενες νέες συνθήκες και δυνατότητες, αλλά και κυρίως η πίστη των ανθρώπων, οδήγησαν στην απόφαση αναζήτησης νέου οικοπέδου για την ανέγερση νέου Ιερού Ναού. Το οικόπεδο του πρώτου ξύλινου ναού, μικρής έκτασης, περιβαλλόμενο ασφυκτικά από οικοδομές, δεν επέτρεπε την κατασκευή Ιερού Ναού, ανάλογου προς τις ανάγκες και τις προσδοκίες των Φαληριωτών, γι’ αυτό αναζητήθηκε χώρος που θα συγκέντρωνε όλες εκείνες τις προϋποθέσεις, ώστε ο Ναός να κοσμεί την ευρύτερη περιοχή και ν’ αποτελεί το κέντρο της ζωής των κατοίκων. O χώρος τελικά βρέθηκε – διασταύρωση οδών Αχιλλέως και Τρίτωνος (παλαιά πλατεία των «τριών Πύργων») – και τον Μάρτιο του 1950, τίθεται ο θεμέλιος λίθος από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Αργυροκάστρου Παντελεήμονα.
Το 1951, μια ομάδα επιφανών προσώπων εκείνης της εποχής, με επικεφαλής τους καθηγητές και ακαδημαϊκούς Μαρίνο Γερουλάνο και Ιωάν. Καλιτσουνάκη, αναλαμβάνουν το δύσκολο έργο της ανέγερσης και αποπεράτωσης του νέου Ιερού Ναού. Το Διοικητικό Συμβούλιο και όλα τα μέλη του Συλλόγου, έχοντας την ενεργό συμπαράσταση και την πολύπλευρη στήριξη των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων και όλων των ενοριτών, αποδύονται σ’ ένα πρωτόγνωρο διαρκή αγώνα με σύμπνοια, ψυχικό σθένος και προσωπικές θυσίες για την ανέγερση του Ναού.
Τον Αύγουστο του 1955 ο λαός του Φαλήρου γιόρτασε για πρώτη φορά τη μεγάλη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στο νέο επιβλητικό Ιερό Ναό, ενώ η τελετή των εγκαινίων έγινε αρκετά χρόνια αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου 1978, από τον μακαριστό πρώτο Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κ. Χρυσόστομο τον Α’.
Με ενθουσιασμό και πίστη, με ικανότητα και γνώση, χρόνο με το χρόνο, για πολλά χρόνια ολοκλήρωναν ένα – ένα τα στάδια κατασκευής και εξωραϊσμού του Ιερού Ναού και του περιβάλλοντος αυτόν χώρου. Την 6η Μαϊου 1990 η έκτακτη Γ. Συνέλευση αποφάσισε «την διάλυσιν του Συλλόγου ανεγέρσεως λόγω εκπληρώσεως του σκοπού του…», δίνοντας πλέον στον Ιερό Ναό την σημερινή του μορφή.