Παναγία – Παρθένος Μαρία – Θεοτόκος – Μεγαλόχαρη

Η Παναγία, η οποία συχνά αναφέρεται με το πραγματικό της όνομα Μαρία αλλά και ως Παρθένος Μαρία ή Θεοτόκος, καταγόταν από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη είναι η μητέρα του Ιησού Χριστού. Οι Μουσουλμάνοι αναφέρονται στο πρόσωπό της επίσης αποκαλώντας την Παρθένο Μαρία αλλά και χρησιμοποιώντας τον προσδιορισμό Σαϊντά που σημαίνει Κυρία. Η Παναγία κατέχει ιδιαίτερη θέση στην χριστιανική διδασκαλία και πίστη, ενώ αποτελεί σεβάσμιο πρόσωπο και στον Μουσουλμανισμό.

Η Μαρία ήταν η μονάκριβη κόρη του Ιωακείμ και της Άννας, την οποία απέκτησαν σε μεγάλη ηλικία κατά θαυμαστό τρόπο. Ονομάστηκε Θεοτόκος από την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο (431), επειδή έφερε στον κόσμο τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Θεού. Το όνομά της στα εβραϊκά ήταν Μαριάμ, που σημαίνει «αυτή που επιθυμεί να αποκτήσει ένα παιδί» και εξελληνίστηκε σε Μαρία από τους Εβδομήκοντα (Ο’). Στον ελληνικό χώρο η προσωνυμία Παναγία έχει καθιερωθεί ως η συνηθέστερη επίκληση της Θεοτόκου και συνοδεύεται από μεγάλο αριθμό επιθέτων, που είναι δηλωτικά των ιδιοτήτων, που τις αποδίδει ο λαός.

Η Καινή Διαθήκη ελάχιστα αναφέρει για το πρόσωπο και την ζωή της Θεοτόκου , τα οποία περιορίζονται κυρίως στην ανάδειξη της μητρικής σχέσης με τον Ιησού Χριστό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις κάποιων ιστορικών γεννήθηκε περί το 20 πΧ στην Ναζαρέτ (Γενέθλιον της Θεοτόκου) και από ηλικίας τριών ετών οι γονείς της την αφιέρωσαν στον Ναό των Ιεροσολύμων (Εισόδια της Θεοτόκου). Εκεί έμεινε ως τα δώδεκά της χρόνια.

Η Μαρία επέστρεψε κατόπιν στην Ναζαρέτ, επειδή όμως, όπως φαίνεται, οι γονείς της είχαν πεθάνει, οι ιερείς του Ναού, ως προστάτες της, τήν αρραβώνιασαν μ’ ένα συμπατριώτη και συγχωριανό της, τον δίκαιο και ευσεβή Ιωσήφ, το γιο του Ιακώβ από τη Βηθλεέμ, καταγόμενο από το γένος του Δαβίδ και την φυλή του Ιούδα, όπως και εκείνη. Ο Ιωσήφ ήταν χήρος και από τον προηγούμενο γάμο του είχε αποκτήσει παιδιά, που αναφέρονται στα Ευαγγέλια ως «αδελφοί και αδελφαί» του Ιησού Χριστού.

Κατά το Ευαγγέλιο του Λουκά, η Μαρία ήταν παρθένος, αγνή και ταπεινή. Σ’ αυτήν εστάλη από το Θεό ο άγγελος Γαβριήλ να της φέρει την καλή αγγελία (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου), ότι θα γεννήσει τον Σωτήρα του κόσμου, το Χριστό. Και η Μαρία, όταν άκουσε αυτή την παράξενη είδηση, δίστασε στην αρχή να την πιστεύσει, κατόπιν όμως είπε : «’Ιδού η δούλη Κυρίου· γέννοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Και ο άγγελος έγινε άφαντος, αφού την πληροφόρησε, ότι και η συγγενής της η Ελισάβετ, τώρα στα γεράματά της, θα γεννήσει τέκνο κι εκείνη, τον Ιωάννη τον Πρόδρομο.

Τη γέννηση του Ιησού Χριστού διηγούνται τα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Λουκά. Μόλις ο Ιησούς έγινε σαράντα ημερών η Θεοτόκος με το θείο βρέφος και ο Ιωσήφ επισκέφθηκαν το Ναό των Ιεροσολύμων, όπου τους υποδέχθηκε ο πρεσβύτης ιερέας Συμεών (Υπαπαντή του Κυρίου). Ύστερα από το θάνατο του Ιωσήφ ακολουθεί η Θεοτόκος το Χριστό στις περιοδείες του και μαζί με τον Ιησού άφησαν τη Ναζαρέτ και ήλθαν στην πρωτεύουσα της Γαλιλαίας, την Καπερναούμ, όπου και έμεινε.

Κατά την δημόσια δράση του Ιησού, ελάχιστα στοιχεία παρέχονται από τους ευαγγελιστές για την Θεοτόκο. Αναφέρεται πάλι στη Σταύρωση του Χριστού και κατόπιν στην Ανάστασή του, στην Ανάληψη και στην Πεντηκοστή.

Τα τελευταία επίγεια χρόνια και η κοίμησή Της
Λέγεται ότι η Παναγία έζησε 15 χρόνια μετά την ανάσταση του Χριστού. Τα τελευταία γήινα χρόνια της έζησε στη Γεθσημανή, ένα χωριό έξω από τα Ιεροσόλυμα (εκεί που είχε συλληφθεί ο Χριστός τη νύχτα του μαρτυρίου Του). Είχε μερικές φίλες, χριστιανές, που την αντιμετώπιζαν σαν πνευματική τους Μητέρα.

Μια μέρα ένας άγγελος την πληροφόρησε πως ήρθε η ώρα να πάει ξανά στο Γιο Της. Η Παναγία δώρισε στις φίλες της δύο ενδύματά της (το χιτώνα και το μαφόριο, δηλ. το κάλυμμα της κεφαλής, αυτά που εικονίζεται να φοράει στις εικόνες της) και όταν ήταν η ώρα, ξάπλωσε στο κρεβάτι της και παρέδωσε το πνεύμα. Ο Χριστός κατέβηκε αυτοπροσώπως και Την πήρε, όπως βλέπουμε στις εικόνες της κοίμησης (για όλους τους χριστιανούς κανονικά λέμε ότι «κοιμήθηκαν», όχι ότι πέθαναν, γιατί δεν υπάρχει θάνατος, μόνο ταξίδι προς την αιώνια ζωή – γι’ αυτό και τα νεκροταφεία η Εκκλησία τα λέει «κοιμητήρια»).

Όταν κοιμήθηκε η Παναγία, μεταφέρθηκαν θαυματουργικά στη Γεθσημανή οι απόστολοι απ’ όποιο μέρος του κόσμου κι αν βρισκόταν ο καθένας και τέλεσαν την κηδεία της. Τότε όμως κάποιοι φανατικοί Εβραίοι, που μισούσαν τους χριστιανούς, προσπάθησαν να γκρεμίσουν το άγιο σώμα της από το φέρετρό της. Ένας απ’ αυτούς, ο Ιεφωνίας, το έσπρωξε κι αμέσως ένας άγγελος του έκοψε τα χέρια. Ο απόστολος Πέτρος όμως του τα έβαλε στη θέση τους και τα θεράπευσε και τότε ο νέος αυτός έγινε χριστιανός.

Η Κοίμηση της Θεοτόκου, ως γνωστόν, γιορτάζεται στις 15 Αυγούστου και είναι από τις μεγαλύτερες γιορτές της Ορθοδοξίας (λέγεται «Πάσχα του καλοκαιριού»), αφού η Παναγία δεν πέθανε, αλλά πέρασε μέσα από το θάνατο στην αιώνια ζωή. Στις 23 Αυγούστου γιορτάζεται η «απόδοση της κοιμήσεως», δηλ. η λήξη του εορτασμού, που ο λαός μας την έχει κάνει ιδιαίτερη γιορτή με την ονομασία «τα εννιάμερα της Παναγίας».

Η Αγία Ζώνη

Ένας απόστολος δεν είχε έρθει στην ώρα του, ο Θωμάς. Το κανόνισε έτσι ο Θεός, για να αποκαλυφθεί η συνέχεια. Έτσι ο Θωμάς ήρθε τρεις ημέρες μετά και ζήτησε από τους άλλους ν’ ανοίξουν τον τάφο της Παναγίας για να την προσκυνήσει.

Όταν όμως άνοιξαν τον τάφο (που είναι σπήλαιο, όπως ο τάφος του Χριστού – σώζεται ακόμη και σήμερα), η Παναγία είχε αναστηθεί και την είδαν να υψώνεται στους ουρανούς (αναλήφθηκε). Καθώς έφευγε, έλυσε τη ζώνη της και την έδωσε στον άγιο Θωμά. Αυτή είναι η περίφημη και θαυματουργή Αγία Ζώνη. Η παράδοσή της στον άγιο Θωμά γιορτάζεται στις 31 Αυγούστου.

Έτσι η Παναγία αναλήφθηκε στον ουρανό και εκεί βρίσκεται και σήμερα με το σώμα Της. Γι’ αυτό δεν υπάρχουν λείψανα της Παναγίας, ούτε σώζεται το σώμα Της, αλλά ο τάφος της είναι κενός. Η Παναγία έχει ήδη αναστηθεί και δεν περιμένει ν’ αναστηθεί στη δευτέρα παρουσία, όπως όλοι εμείς. Βέβαια, δεν έφυγε στην πραγματικότητα ποτέ: οι αμέτρητες εμφανίσεις και τα θαύματά Της αποδεικνύουν τη διαρκή παρουσία της στη ζωή μας και το ενδιαφέρον και την αγάπη Της για τον κόσμο. Ο κόσμος Τη διώχνει και προτιμά το σκοτάδι και το θάνατο από τη ζωή και το Φως, αλλά εκείνη στέκεται διακριτικά και περιμένει να Της επιτρέψουμε να παρέμβει στη ζωή μας και να καθοδηγήσει τα βήματά μας προς τον Πανάγιο Υιό Της.

Αγιογραφία

Στην χριστιανική εκκλησιαστική τέχνη και ειδικότερα στην αγιογραφία έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερος κύκλος αγιογράφησης εικόνων της Παναγίας από τις οποίες οι πλέον καθιερωμένοι τύποι είναι: η Θεοτόκος ως αυτοτελής παράσταση ή μαζί με το Θείο βρέφος: η Δεομένη η Πλατυτέρα, η Γαλακτοτροφούσα, Οδηγήτρια, Νικοποιός, Ελεούσα ή Γλυκοφιλούσα, Αγιοσορίτισσα, Παναγία η Σκέπη, Βλαχερνίτισσα, Παναγία του Πάθους (Αμόλυντος), Παναγία με το παίζον παιδίον, Παναγία η ”Αγία Παρασκευή”. Συναποκεινόζεται με την Αγία Οικογένεια, ενώ θέματα του βίου της εικονογραφούνται, όπως ο Ασπασμός του Ιωαακείμ και της Άννης, η Γέννηση της Θεοτόκου, Η Αγία Άννα θηλάζουσα την Θεοτόκο, Βρεφοκρατούσα Αγία Άννα, Η Κολακεία της Θεοτόκου, Επταβηματίζουσα, Η Ευλογία της Θεοτόκου υπό των ιερέων, Εισόδια της Θεοτόκου, Η παραλαβή της πορφύρας υπό της Θεοτόκου, Η εξανθήσασα ράβδος του Ιωσήφ, Η παραλαβή της Θεοτόκου από τον Ιωσήφ εις τα ίδια,Ευαγγελισμός της Θεοτόκου παρά το φρέαρ, Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, Ο ασπασμός της Θεοτόκου και της Ελισάβετ, οι υποψίες και η θλίψη επί τη εγκύω ή το Όνειρο του Ιωσήφ, Το ύδωρ της ελέγξεως, η Θεοτόκος στο ταξίδι προς τη Βηθλεέμ, η Θεοτόκος στην απογραφή του Κυρήνιου, η Κοίμηση της Θεοτόκου.

🔗Θαύματα της Παναγίας